Οι αρμοί της ιστορίας: ένα άθλιο ΑΤΜ της Εθνικής Τράπεζας συγκράτησε, αναίτια, την κάρτα ανάληψης μετρητών. Το γεγονός έλαβε χώρα κάποια Παρασκευή και όταν, τη Δευτέρα, τηλεφώνησα στην τράπεζα, μου είπαν ότι πρέπει να εκδοθεί νέα κάρτα. Μέχρι τότε θα έπρεπε να εξυπηρετούμαι με το βιβλιάριο.
Η ιστορία: Συμβαίνει στη γειτονιά της Λούκι όπου, ούτως ή άλλως, είχα δουλειά σήμερα το πρωί. Πέρασα πρώτα από την Εθνική Τράπεζα. Πήρα χαρτάκι με αριθμό προτεραιότητας 496. Εκείνη την ώρα εξυπηρετούσαν το 72. Κοίταξα γύρω μου. Υπήρχαν περίπου 50 άτομα. Μου έλειπαν άλλοι 300. Δεν ρώτησα τίποτα και έφυγα προς τακτοποίηση άλλων εκκρεμοτήτων-μία εξ αυτών με θέλει ξαπλωμένο, ημίγυμνο και να αναστενάζω από ευχαρίστηση (μασάζ).
Εμφανίστηκα μετά από ενενήντα λεπτά με δύο εφημερίδες, ένα κουλούρι και ένα φραπέ. Ο κόσμος στην τράπεζα είχε πυκνώσει και το ταμπλό καλούσε το 202 να λυτρωθεί. Ακούμπησα σε ένα πάγκο τις εφημερίδες, μασούλησα την πρώτη μπουκιά από το κουλούρι, ήπια μια γουλιά φραπέ, μου έλειπε μόνο το τσιγάρο. Το υποκατάστημα της Εθνικής Τράπεζας στη συγκεκριμένη περιοχή είναι το μοναδικό μέρος των βορείων προαστίων όπου όχι μόνο αισθάνομαι, αλλά είμαι και ο νεότερος εντός της αιθούσης. Εξαιρούνται, βέβαια, τα τοπικά ΚΑΠΗ, οι οίκοι ευγηρίας και ο οίκος της Λούκι.
Οι τρεις σειρές από καρέκλες ήταν γεμάτες συνταξιούχους και γριές-σημειώνω πως η γριά διαφοροποιείται του συνταξιούχου και ως προς την ιδιότητα και ως προς τα χαρακτηριστικά. Η γριά, που μπορεί συγχρόνως να διατηρεί και την ιδιότητα του συνταξιούχου, είναι είδος ανθεκτικότερο, γεγονός που επιβεβαιώνεται από την είσπραξη σύνταξης χηρείας. Είναι, επίσης, ένα είδος οπλισμένο με την υπομονή της κόμπρας και την ευελιξία του αλιγάτορα. Εχει μετρηθεί πως μία γριά μπορεί να καθίσει για επτά ώρες σε καρέκλα της Εθνικής Τράπεζας χωρίς να μετακινηθεί ούτε χιλιοστό. Ταυτοχρόνως, ενώ οι νευρώνες έχουν τεθεί σε, φαινομενική, παραλυσία, το νευρικό της σύστημα επεξεργάζεται πλήθος πληροφοριών που εκπέμπονται από το περιβάλλον και διατηρεί στο μέγιστο βαθμό την ικανότητα παρέμβασης, που εκδηλώνεται με αιλουροειδείς εκτινάξεις από την καρέκλα.
Από την άλλη, ο συνταξιούχος είναι κατώτερο είδος, στοιχείο που αποδεικνύεται από το χαμηλότερο προσδόκιμο ζωής σε σχέση με τη γριά. Εναντι της γριάς μειονεκτεί και στην έλλειψη της επιλογής stand by που δημιουργεί τις συνθήκες ακινησίας. Διαθέτει λιγότερη υπομονή, πλην όμως αρκετή για να υποστεί πεντάωρη αναμονή στην Εθνική ή έξω από το ακτινολογικό του ΙΚΑ. Ως είδος, ο συνταξιούχος, υπερτερεί της γριάς στην κοινωνικότητα αν και κλινικές μελέτες έχουν δείξει ότι η γριά συνειδητά αποποιείται την επικοινωνία προς όφελος της ανθεκτικότητας.
«Εσείς τώρα τι περιμένετε εδώ με τις ώρες;»
«Να πάρουμε χρήματα, τι άλλο;»
«Μα γιατί δεν χρησιμοποιείτε το μηχάνημα;»
«Επειδή θέλουμε να ενημερώσουμε το βιβλιάριο, να μπουν οι τόκοι.»
«Αυτό γίνεται και με το μηχάνημα…»
«Δεν γίνεται. Αν χρησιμοποιείς μόνο το μηχάνημα η τράπεζα σε κλέβει.»
«Και δεν σας πειράζει που περιμένετε τόσες ώρες;»
«Τι να μας πειράξει; Συνταξιούχοι είμαστε, έχουμε όσο χρόνο θέλουμε. Τι άλλο, δηλαδή, να κάνουμε;»
«Γιατί έχετε τόσα χαρτάκια;»
«Α, εσύ δεν ξέρεις τίποτα!»
«Πείτε μου να μάθω και εγώ»
«Ερχεσαι, παλικάρι μου, από την τράπεζα και παίρνεις από το μηχάνημα όσα πιο πολλά χαρτάκια μπορείς. Ετσι μπορείς να φύγεις και να μην έχεις το άγχος ότι θα χάσεις τη σειρά σου, ενώ, αν χρειαστεί, εξυπηρετείς και κάποιον φίλο.»