Πολλές φορές κοιτάζω το «Γυφτάκι» όπως έναν τοίχο που πρέπει να τον βάψεις. Αλλες φορές αποφεύγω να το κοιτάζω, λες και ντρέπομαι, λες και η ματιά πρέπει να μεταφέρει και μία δικαιολογία να του πετάξει στα πόδια. Δεν είμαι εγώ το «Γυφτάκι». Ούτε η Λούκι. Δεν είναι ούτε το άθροισμα της δικτυακής μας συνεύρεσης. Αισθάνομαι πως είναι ένα παιδί που άφησα στην τύχη του και δεν μπορεί να μεγαλώσει, μήτε να ξεψυχήσει. Μια πατημασιά που δεν λέει να σβήσει, ένα φυτό που θα μείνει στη θέση του έστω και απότιστο. Δεν ξέρω πως να μεταχειριστώ μια αραχνιασμένη εκκρεμότητα που αρνείται να δηλώσει τι περιμένει. Ελα, Γυφτάκι, μη με κοιτάς έτσι τώρα...